Το γαστρεντερικό παράσιτο Haemonchus contortus, έχει συνδεθεί τα προηγούμενα χρόνια με την παραγωγή των μικρών μηρυκαστικών σε τροπικές και υποτροπικές περιοχές. Ωστόσο, τα τελευταία χρόνια, αυτό το εξαιρετικά παθογόνο παράσιτο εξελίσσεται σε μια σημαντική απειλή για τις εκτροφές των γαλακτοπαραγωγών προβάτων σε εύκρατες, μη τροπικές περιοχές όπως η Ευρώπη. Οι αλλαγές στο κλίμα, οι κτηνοτροφικές πρακτικές και η αυξανόμενη ανθελμινθική αντοχή (παρασιτοαντοχή) οδήγησαν σε αυτή την αλλαγή, βάζοντας μία νέα πρόκληση στις παραδοσιακές στρατηγικές καταπολέμησης των παρασίτων.
Το Haemonchus contortus είναι ένα αιματοφάγο γαστρεντερικό νηματώδες που ζει στο ήνυστρο (το τέταρτο ή πραγματικό στομάχι) των προβάτων και των αιγών. Είναι γνωστό για τον γρήγορο αναπαραγωγικό του κύκλο (~20 ημέρες), την υψηλή παραγωγή αυγών (5.000 – 15.000 αυγά την ημέρα) και την ικανότητά του να προκαλεί σοβαρή αναιμία [1].
Η αναιμία μπορεί να οδηγήσει σε γρήγορο θάνατο του ξενιστή – εντός 24 ωρών μετά τα πρώτα κλινικά συμπτώματα – κυρίως σε νεαρούς ξενιστές, αιγοπρόβατα μικρότερα των 2 ετών, των οποίων το ανοσοποιητικό σύστημα δεν είναι πλήρως ανεπτυγμένο. Η απώλεια αίματος μπορεί να οδηγήσει σε απώλεια πρωτεϊνών και να σχηματιστεί οίδημα, συνήθως στην κοιλιακή ή υπογνάθια περιοχή. Το τελευταίο αυτό κλινικό σύμπτωμα αν και έχει συνδεθεί με ηπατικά παράσιτα, όπως η γνωστή μεταξύ των κτηνοτρόφων "κλαπάτσα", δεν είναι σπάνιο και σε άλλες γαστρεντερικές παρασιτώσεις που οδηγούν σε απώλεια πρωτεϊνών.
Αν και παραδοσιακά θεωρείται παράσιτο των θερμών κλιμάτων, το H. contortus έχει δείξει αξιοσημείωτη προσαρμοστικότητα. Σήμερα έχει εγκατασταθεί σε περιοχές της Ευρώπης που προηγουμένως θεωρούνταν ακατάλληλες για τον βιολογικό του κύκλο [2].
Ένας από τους βασικούς παράγοντες που συμβάλλουν στην εξάπλωση του H. contortus είναι η κλιματική αλλαγή. Οι υψηλότερες θερμοκρασίες και οι μεταβαλλόμενες βροχοπτώσεις δημιουργούν μικροκλίματα σε εύκρατες περιοχές που ευνοούν την ανάπτυξη και την επιβίωση μολυσματικών προνυμφών στους βοσκοτόπους [3]. Στη βόρεια Ευρώπη, για παράδειγμα, οι ηπιότεροι χειμώνες επιτρέπουν πλέον την επιβίωση των προνυμφών καθ' όλη τη διάρκεια του έτους, παρατείνοντας την περίοδο μετάδοσης κατά 2-3 μήνες [2]. Στο μέλλον, η τάση αυτή αναμένεται να συνεχιστεί και να οδηγήσει σε συνολική αύξηση του φορτίου του H. contortus. Στη νότια Ευρώπη, τα θερμότερα και ξηρότερα καλοκαίρια ενδέχεται να μειώσουν την επιβίωση των προνυμφών κατά τη διάρκεια της μέγιστης ζέστης, αλλά ευνοούν εποχιακά πρότυπα μετάδοσης δύο φορές το έτος (με επίκεντρο άνοιξη και φθινόπωρο), παρόμοια με αυτά που εμφανίζονται τώρα στο βορρά.
Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι το μικροκλίμα, το άμεσο περιβάλλον των βοσκοτόπων, μπορεί να διαδραματίσει ακόμη πιο σημαντικό ρόλο από τους μέσους όρους θερμοκρασίας της περιοχής. Οι σκιερές, υγρές περιοχές των βοσκοτόπων μπορούν να παρατείνουν την επιβίωση και τη μετανάστευση των προνυμφών, ακόμη και όταν οι μακροκλιματικές συνθήκες φαίνονται δυσμενείς για το παράσιτο [3].
Η αυξανόμενη παγκόσμια εμφάνιση της ανθεκτικότητας στα ανθελμινθικά αποτελεί μία εντεινόμενη ανησυχία για τον έλεγχο του H. contortus. Η ανθεκτικότητα στις βενζιμιδαζόλες (BZ), τις μακροκυκλικές λακτόνες (ML) και άλλες κατηγορίες αντιπαρασιτικών φαρμάκων έχει αναφερθεί ευρέως, συμπεριλαμβανομένων μη τροπικών χωρών όπως η Γαλλία, η Ελλάδα, η Ουγγαρία και η Βοσνία-Ερζεγοβίνη [4–7].
Στα Πυρηναία προς τη μεριά του Ατλαντικού (Γαλλία), πρόσφατες μελέτες εντόπισαν στελέχη H. contortus ανθεκτικά στην επρινομεκτίνη σε πέντε εκμεταλλεύσεις γαλακτοπαραγωγών προβάτων [5]. Σε ορισμένες περιπτώσεις, η μειωμένη αποτελεσματικότητα των φαρμάκων συνδέθηκε με χαμηλά επίπεδα επρινομεκτίνης στον ορό, ιδίως για τα σκευάσματα που χροηγούνται με επίχυση pour-on. Παρόμοια αντοχή στις βενζιμιδαζόλες έχει επιβεβαιωθεί στην Ελλάδα και στα Βαλκάνια, όπου ειδικές μεταλλάξεις στα αλληλόμορφα (F200Y) στο γονίδιο της β-τουμπουλίνης έχουν διαδοθεί ευρέως σε πληθυσμούς του πεδίου [4,6].
Αυτή η αντοχή δεν περιορίζεται στα πρόβατα. Έχει παρατηρηθεί διασταυρούμενη μόλυνση και μεταφορά γονιδίων αντοχής μεταξύ προβάτων, αιγών και ακόμη και βοοειδών, η οποία διευκολύνεται από τα κοινά βοσκοτόπια και τις πρακτικές μετακίνησης των κοπαδιών [6].
Οι εκτροφές γαλακτοπαραγωγών προβάτων αντιμετωπίζουν μια μοναδική πρόκληση. Σε αντίθεση με τις εκτροφές μηρυκαστικών που εκτρέφονται για κρεοπαραγωγή, οι χρόνοι αναμονής στο γάλα μετά από ανθελμινθική αγωγή περιορίζουν τη χρήση πολλών φαρμάκων στις γαλακτοπαραγωγές εκτροφές. Η επρινομεκτίνη, η μόνη μακροκυκλική λακτόνη με περίοδο αναμονής μηδέν ημερών στο γάλα, απειλείται πλέον από την εμφάνιση ανθεκτικότητας [5] όπως και όλα τα χρησιμοποιούμενα έως σήμερα φάρμακα. Αυτός ο περιορισμός καθιστά όλο και πιο δύσκολη για τους εκτροφείς γαλακτοπαραγωγών ζώων την αποτελεσματική θεραπεία χωρίς τον κίνδυνο απώλειας παραγωγής. Δεδομένης της αυξανόμενης απειλής και των περιορισμών των θεραπειών, οι εναλλακτικές και ολοκληρωμένες στρατηγικές ελέγχου καθίστανται απαραίτητες.
Για πολλούς κτηνοτρόφους προβάτων και αιγών (γιδιών) γαλακτοπαραγωγής, κτηνιάτρους μικρών μηρυκαστικών και ερευνητές σε εύκρατες περιοχές, το Haemonchus contortus δεν αποτελεί πλέον μια μακρινή απειλή. Η ευρεία εξάπλωση αυτού του παρασίτου, οι καταστροφικές επιπτώσεις του στην υγεία των των αιγοπροβάτων και η αυξανόμενη αντοχή του στα καλύτερα ανθελμινθικά φάρμακα που διαθέτουμε, απαιτούν μια δραστική αλλαγή στις στρατηγικές ελέγχου που εφαρμόζουμε.
[1]. Adduci I. et al. (2022). Haemonchosis in Sheep and Goats: Control Strategies and Development of Vaccines against Haemonchus contortus. Animals.
[2]. Rose H. et al. (2016). Climate-driven changes to the spatio-temporal distribution of the parasitic nematode, Haemonchus contortus, in sheep in Europe. Global Change Biology.
[3]. Wang T. et al. (2018). Microclimate has a greater influence than macroclimate on the availability of infective Haemonchus contortus larvae on herbage in a warmed temperate environment. Agriculture, Ecosystems and Environment.
[4]. Arsenopoulos K. et al. (2020). Frequency of Resistance to Benzimidazoles of Haemonchus contortus Helminths from Dairy Sheep, Goats, Cattle and Buffaloes in Greece. Pathogens.
[5]. Jouffroy S. et al. (2023). First report of eprinomectin-resistant isolates of Haemonchus contortus in 5 dairy sheep farms from the Pyrénées Atlantiques département in France. Parasitology.
[6]. Kapo N. et al. (2024). First Report of Benzimidazole Resistance in Field Population of Haemonchus contortus from Sheep, Goats and Cattle in Bosnia and Herzegovina. Pathogens.
[7]. Khangembam R. (2023). Qualitative Assessment of Haemonchus Contortus Infection in Small Ruminant Flocks in Hungary: Prevalence and Diagnostic Study. PhD Dissertation, University of Debrecen.
[8]. Besier R.B. et al. (2016). Diagnosis, Treatment and Management of Haemonchus contortus in Small Ruminants. In: Advances in Parasitology, Vol. 93.